εἰσπράξασθαι

εἰσπράξασθαι
εἰσπράσσω
get in
aor inf mid
εἰσπράσσω
get in
aor inf mid
εἰσπρά̱ξασθαι , εἰσπράσσω
get in
aor inf mid

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ετέρωθεν — και ετέρωθε (ΑΜ ἑτέρωθεν) επίρρ. από το άλλο μέρος, από την άλλη μεριά, από την άλλη πλευρά αρχ. 1. στην άλλη μεριά, απέναντι 2. από άλλον τόπο, από άλλο μέρος («ἑτέρωθεν εἰσπράξασθαι», Πλάτ.) [ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο * + επίθ. θεν, που δηλώνει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”